Γεωγραφικά, ως βόρεια Αττική ορίζεται η περιοχή που περιλαμβάνει το ορεινό τόξο Πάρνηθας και Πεντέλης। Ως εκ τούτου, η περιοχή υπό μελέτη, χαρακτηρίζεται από το έντονο ανάγλυφό της. Ορεινή κορωνίδα της περιοχής, η Πάρνηθα, που είναι και το υψηλότερο βουνό της Αττικής, φθάνοντας στα 1.413 m, ακολουθούμενη από την Πεντέλη, ύψους 1.109 m, η οποία αποτελεί ουσιαστικά μια Α-ΝΑ προέκταση της Πάρνηθας. Φυσική επίσης –προς δυσμάς– προέκταση είναι και ο Κιθαιρώνας, δεύτερο σε ύψος βουνό της Αττικής, με 1.409 m. Βορείως της ζώνης Πάρνηθα-Πεντέλη, υπάρχει μια σαφώς χαμηλότερη ορεινή έξαρση με υψόμετρα που κυμαίνονται μεταξύ 600 και 800 m.Η υπό μελέτη περιοχή σχηματίζει ουσιαστικά ένα ‘βόρειο τείχος’, διαχωρίζοντάς την από την υπόλοιπη (νότια) Αττική. Τα φυσικά της χαρακτηριστικά καθώς και ο βόρειος προσανατολισμός της περιοχής, τής προσδίδουν ιδιαίτερα κλιματικά χαρακτηριστικά, τα οποία είναι εντυπωσιακά διαφορετικά από την υπόλοιπη Αττική και το Λεκανοπέδιο των Αθηνών. Πρώτον, το τείχος αυτό ‘προστατεύει’ το λεκανοπέδιο από τους βόρειους ανέμους, με αποτέλεσμα οι θερμοκρασίες να είναι σαφώς υψηλότερες σε σχέση με εκείνες βορείως του τείχους. Η διαφορά –κατά τη διάρκεια του χειμώνα– φθάνει τους ~2 C, ενώ κατά τη διάρκεια του θέρους σχεδόν μηδενίζεται. Δεύτερον, η περιοχή υπό μελέτη αποτελεί τμήμα της ανατολικής ηπειρωτικής χώρας και βρίσκεται συνεπώς εντός της γνωστής ‘ομβροσκιάς’ της χώρας –ευρύτερη περιοχή Αττικής-Αργο-σαρωνικού– με σχετικά χαμηλά ύψη υετού απ΄ότι άλλες περιοχές της χώρας.
Κατά τον Ιανουάριο –τον ψυχρότερο μήνα του έτους– διέρχεται από την περιοχή η ισόθερμος των 9 C (στο Λεκανο-πέδιο 9,5, στις ΝΔ ακτές της Αττικής 10,0 C). Λαμβάνοντας υπόψη το ανάγλυφο της περιοχής, όπου η θερμοκρασία πέφτει κατά ~0,6-0,7 C ανά 100 m υψό-μετρο, διαμορφώνεται μια μέση θερμοκρασία Ιανου-αρίου στην περιοχή από 8 C (στις πεδινές περιοχές) μέχρι 2 – 3 C σε υψόμετρο ~1.000 m. Τον Ιούλιο αντίθετα –τον θερμότερο μήνα του έτους–, ολόκληρη η Αττική βρίσκεται εντός της ισόθερμου των 28 C. Τοπικοί παράγοντες (ανάγλυφο) τροποποιούν αυτήν την τιμή, ανεβάζοντάς την στα νότια κράσπεδα της υπό μελέτη περιοχής, δηλαδή στο Λεκανοπέδιο (28 – 29 C). Στην κυρίως βόρεια Αττική, η μέση θερμοκρασία Ιουλίου –σαφώς χαμηλότερη,και υποβοηθού- μενη από το υψόμετρο– κυμαί-νεται μεταξύ 27 C και 22 – 23 C σε υψόμ. ~1000 m.H μέση ετήσια θερμοκρασία δια-μορφώνεται στην περιοχή από 17,5 C στα χαμηλά υψό-μετρα, μέχρι τους 12,5 C σε υψό-μετρο ~1.000 m (ενδεικτικά, η μέση θερμοκρασία της κλιματικής 30ετίας 1960 – 1990 στο κέντρο των Αθηνών είναι 18,6 C).
Όσον αφορά τον υετό –λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι ολόκληρος ο νομός Αττικής βρίσκεται στην ομβροσκιά– είναι σαφώς υψηλότερος στα βόρεια του νομού, από την υπόλοιπη Αττική. Στην υπό μελέτη περιοχή, ο μέσος ετήσιος υετός κυμαίνεται από 450 mm
(στα χαμηλά) μέχρι ~750 – 850 mm στην υψηλή ζώνη της Πάρνηθας και 575 – 675 mm στην υψηλή ζώνη της Πεντέλης. Μια άλλη, σχετικά υετοφόρα περιοχή είναι το ημι-ορεινό/ορεινό τμήμα της ΒΑ Αττικής, με ετήσιο υετό μεταξύ 550 και 650 mm. Αυτές οι τιμές ετήσιου υετού είναι κατά πολύ υψηλό-τερες από εκείνες του Λεκανοπεδίου (ενδει-κτικά, το κέντρο της Αθήνας αντλεί κατά μέσον όρο 375 mm).
Με άλλα λόγια, οι τιμές υετού της βόρειας Αττικής είναι από 40 εώς και 100 % αυξημένες σε σχέση με τις αντίστοιχες του Λεκανοπεδίου। Η σημαντική αυτή υετική διαφορά μεταξύ βόρειας Αττικής και Λεκανοπεδίου, οφείλεται σε δύο κατά κύριο λόγο παράγοντες: 1) ο προσανατολισμός της περιοχής, δηλαδή ‘βλέπει’ προς τον Ευβοϊκό και κατ΄επέκταση προς το Αιγαίο। Υπό αντικυκλωνικές συνθήκες (συχνό φαινόμενο στην ανατολική Ελλάδα κατά τη διάρκεια του χειμώνα), το βόρειο ρεύμα που ελέγχει την περιοχή εμπλουτίζεται με υγρασία, την οποία εναποθέτει υπό μορφή βροχής ή χιονιού στη ΒΑ Αττική। Αυτό εξηγεί γιατί ο ετήσιος υετός είναι πιο αυξημένος σε περιοχές με ΒΑ προσανατολισμό (ΒΑ Πάρνηθα, ΒΑ Πεντέλη και εν γένει ΒΑ Αττική)। Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Πεντέλη: όταν στη ΝΔ Πεντέλη (σε υψόμετρο 500 m) ο ετήσιος υετός είναι ~475 mm, στη ΒΑ (στο ίδιο υψόμετρο) φθάνει τα 575 – 600 mm)। 2) Το ορεινό ανάγλυφο της περιοχής ευνοεί συνθήκες θερμικής αστάθειας κατά τη διάρκεια του θερμού εξαμήνου (κυρίως Απρίλιο-Μάιο, ενίοτε και Ιούνιο)। Αντίθετα, προς τα ΝΔ της υπό μελέτη περιοχής (Λεκανοπέδιο) απουσιάζουν αυτοί οι δύο παράγοντες, με αποτελέσμα τη σημαντική μείωση του ετή-σιου υετού. Πάντως, ολόκληρη η Αττική, έχοντας ένα τυπικό Μεσο-γειακό κλίμα, η ετήσια πορεία του υετού παρουσιάζει απλή κύμανση, με ένα μέγιστο (Δεκέμβριος) και ένα ελάχιστο (Ιού-λιος), δηλαδή η πορεία του υετού είναι αντιστρόφως ανάλογη της πορείας της θερμο-κρασίας. Οι τιμές υετού Ιανουαρίου στην βόρεια Αττική κυμαίνονται μετα-ξύ 80 και 100 mm (κέντρο Αθήνας: 65 mm), ενώ του Ιουλίου μεταξύ 10 και 15 mm (κέντρο Αθήνας: 7 mm).Όπως βλέπουμε από τα παραπάνω στοιχεία, η βόρεια Αττική είναι σαφώς ψυχρότερη και υγρότερη σε σχέση με το Λεκανοπέδιο. Αυτό σημαίνει και μικρότερη ετήσια ηλιοφάνεια (~2.600 ώρες, έναντι 2.850 ώρες στο κέντρο της Αθήνας), άρα περισσότερες νεφοσκεπείς ημέρες (~85 ημέρες, έναντι 65 στο κέντρο της Αθήνας).
Ο συνδυασμός χαμηλότερης θερμοκρασίας και υψηλότερου υετού στη βόρεια Αττική, έχει επίσης ως φυσικό αποτέλεσμα τη σημαντική διαφορά αριθμού ημερών χιονόπτωσης: ενώ στο κέντρο της Αθήνας φθάνει τις 3,5 ημέρες ετησίως –μάλιστα στις ΝΔ ακτές της Αττικής, κατά μήκος τουΣαρωνικού είναι <2,5 ημέρες), στη βόρεια Αττική κυμαίνονται από 5 – 6 ημέρες στα χαμηλά υψόμετρα (<200 m), αυξάνονται στις ~10 ημέρες σε υψόμετρο >500 m και τις 20 ημέρες σε υψόμετρο >1.000 m (κυρίως στην Πάρνηθα). Ο μερικός παγετός (Τmin <0 C) μπορεί να παρατηρηθεί σε όλη την Αττική, απλώς σπανίζει στη Ν και δη ΝΔ Αττική –ιδίως παράκτια– αντίθετα σπανίζει σε όλο το νομό ο ολικός παγετός (Τmax <0 C) και παρατηρείται κυρίως στο εσωτερικό και βόρειο τμήμα του νομού. Σε ένα μέσο υψόμετρο 400 m στη βόρεια Αττική, ο μέσος ετήσιος αριθμός ημερών ολικού παγετού κυμαίνεται στις ~4 ημέρες και αυξάνεται σημαντικά όσο αναβαίνουμε υψομετρικά (π.χ. 10 ημέρες σε υψόμ. ~1.000 m).
To φαινόμενο του καύσωνα δεν σπανίζει στην περιοχή της Αττικής και παρατηρείται συνήθως μια φορά ανά 4 χρόνια. Ως ημέρα καύσωνα ορίζεται Tmax > 37 C με την προϋπόθεση ότι η μέση θερμοκρασία ημέρας (24ώρου) να είναι >31 C, πράγμα που σημαίνει Tmin >25 C). Στη βόρεια Αττική αυτό το φαινόμενο σπανίζει και μάλιστα σε υψόμετρα >400 m απουσιάζει εντελώς. Ενώ Tmax ~37 C μπορούν υπό συνθήκες να παρατηρηθούν, Tmin >25 C απουσιάζουν τελείως. Γι΄αυτό και υπάρχει επίσης σημαντική διαφορά μεταξύ Λεκανοπεδίου και βόρειας Αττικής στον μέσο ετήσιο αριθμό τροπικών νυκτών (Tmin >20 C), ήτοι: κέντρο Αθήνας ~85 ημέρες και βόρεια Αττική (σε υψόμ. ~400 m) ~35 ημέρες.
Μελέτη – επιμέλεια: Ιωάννης Γιαλαμάς
(Μετεωρολογικά στοιχεία κέντρου Αθηνών: Ε.Α.Α. Αθηνών –σταθμός Θησείου– και βόρειας Αττικής από αναγωγή και προκαταρκτικά μετεωρολογικά στατιστικά στοιχεία σταθμών της περιοχής).
Πηγή:http://dionysos-weather.gr
Όσον αφορά τον υετό –λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι ολόκληρος ο νομός Αττικής βρίσκεται στην ομβροσκιά– είναι σαφώς υψηλότερος στα βόρεια του νομού, από την υπόλοιπη Αττική. Στην υπό μελέτη περιοχή, ο μέσος ετήσιος υετός κυμαίνεται από 450 mm
(στα χαμηλά) μέχρι ~750 – 850 mm στην υψηλή ζώνη της Πάρνηθας και 575 – 675 mm στην υψηλή ζώνη της Πεντέλης. Μια άλλη, σχετικά υετοφόρα περιοχή είναι το ημι-ορεινό/ορεινό τμήμα της ΒΑ Αττικής, με ετήσιο υετό μεταξύ 550 και 650 mm. Αυτές οι τιμές ετήσιου υετού είναι κατά πολύ υψηλό-τερες από εκείνες του Λεκανοπεδίου (ενδει-κτικά, το κέντρο της Αθήνας αντλεί κατά μέσον όρο 375 mm).
Με άλλα λόγια, οι τιμές υετού της βόρειας Αττικής είναι από 40 εώς και 100 % αυξημένες σε σχέση με τις αντίστοιχες του Λεκανοπεδίου। Η σημαντική αυτή υετική διαφορά μεταξύ βόρειας Αττικής και Λεκανοπεδίου, οφείλεται σε δύο κατά κύριο λόγο παράγοντες: 1) ο προσανατολισμός της περιοχής, δηλαδή ‘βλέπει’ προς τον Ευβοϊκό και κατ΄επέκταση προς το Αιγαίο। Υπό αντικυκλωνικές συνθήκες (συχνό φαινόμενο στην ανατολική Ελλάδα κατά τη διάρκεια του χειμώνα), το βόρειο ρεύμα που ελέγχει την περιοχή εμπλουτίζεται με υγρασία, την οποία εναποθέτει υπό μορφή βροχής ή χιονιού στη ΒΑ Αττική। Αυτό εξηγεί γιατί ο ετήσιος υετός είναι πιο αυξημένος σε περιοχές με ΒΑ προσανατολισμό (ΒΑ Πάρνηθα, ΒΑ Πεντέλη και εν γένει ΒΑ Αττική)। Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Πεντέλη: όταν στη ΝΔ Πεντέλη (σε υψόμετρο 500 m) ο ετήσιος υετός είναι ~475 mm, στη ΒΑ (στο ίδιο υψόμετρο) φθάνει τα 575 – 600 mm)। 2) Το ορεινό ανάγλυφο της περιοχής ευνοεί συνθήκες θερμικής αστάθειας κατά τη διάρκεια του θερμού εξαμήνου (κυρίως Απρίλιο-Μάιο, ενίοτε και Ιούνιο)। Αντίθετα, προς τα ΝΔ της υπό μελέτη περιοχής (Λεκανοπέδιο) απουσιάζουν αυτοί οι δύο παράγοντες, με αποτελέσμα τη σημαντική μείωση του ετή-σιου υετού. Πάντως, ολόκληρη η Αττική, έχοντας ένα τυπικό Μεσο-γειακό κλίμα, η ετήσια πορεία του υετού παρουσιάζει απλή κύμανση, με ένα μέγιστο (Δεκέμβριος) και ένα ελάχιστο (Ιού-λιος), δηλαδή η πορεία του υετού είναι αντιστρόφως ανάλογη της πορείας της θερμο-κρασίας. Οι τιμές υετού Ιανουαρίου στην βόρεια Αττική κυμαίνονται μετα-ξύ 80 και 100 mm (κέντρο Αθήνας: 65 mm), ενώ του Ιουλίου μεταξύ 10 και 15 mm (κέντρο Αθήνας: 7 mm).Όπως βλέπουμε από τα παραπάνω στοιχεία, η βόρεια Αττική είναι σαφώς ψυχρότερη και υγρότερη σε σχέση με το Λεκανοπέδιο. Αυτό σημαίνει και μικρότερη ετήσια ηλιοφάνεια (~2.600 ώρες, έναντι 2.850 ώρες στο κέντρο της Αθήνας), άρα περισσότερες νεφοσκεπείς ημέρες (~85 ημέρες, έναντι 65 στο κέντρο της Αθήνας).
Ο συνδυασμός χαμηλότερης θερμοκρασίας και υψηλότερου υετού στη βόρεια Αττική, έχει επίσης ως φυσικό αποτέλεσμα τη σημαντική διαφορά αριθμού ημερών χιονόπτωσης: ενώ στο κέντρο της Αθήνας φθάνει τις 3,5 ημέρες ετησίως –μάλιστα στις ΝΔ ακτές της Αττικής, κατά μήκος τουΣαρωνικού είναι <2,5 ημέρες), στη βόρεια Αττική κυμαίνονται από 5 – 6 ημέρες στα χαμηλά υψόμετρα (<200 m), αυξάνονται στις ~10 ημέρες σε υψόμετρο >500 m και τις 20 ημέρες σε υψόμετρο >1.000 m (κυρίως στην Πάρνηθα). Ο μερικός παγετός (Τmin <0 C) μπορεί να παρατηρηθεί σε όλη την Αττική, απλώς σπανίζει στη Ν και δη ΝΔ Αττική –ιδίως παράκτια– αντίθετα σπανίζει σε όλο το νομό ο ολικός παγετός (Τmax <0 C) και παρατηρείται κυρίως στο εσωτερικό και βόρειο τμήμα του νομού. Σε ένα μέσο υψόμετρο 400 m στη βόρεια Αττική, ο μέσος ετήσιος αριθμός ημερών ολικού παγετού κυμαίνεται στις ~4 ημέρες και αυξάνεται σημαντικά όσο αναβαίνουμε υψομετρικά (π.χ. 10 ημέρες σε υψόμ. ~1.000 m).
To φαινόμενο του καύσωνα δεν σπανίζει στην περιοχή της Αττικής και παρατηρείται συνήθως μια φορά ανά 4 χρόνια. Ως ημέρα καύσωνα ορίζεται Tmax > 37 C με την προϋπόθεση ότι η μέση θερμοκρασία ημέρας (24ώρου) να είναι >31 C, πράγμα που σημαίνει Tmin >25 C). Στη βόρεια Αττική αυτό το φαινόμενο σπανίζει και μάλιστα σε υψόμετρα >400 m απουσιάζει εντελώς. Ενώ Tmax ~37 C μπορούν υπό συνθήκες να παρατηρηθούν, Tmin >25 C απουσιάζουν τελείως. Γι΄αυτό και υπάρχει επίσης σημαντική διαφορά μεταξύ Λεκανοπεδίου και βόρειας Αττικής στον μέσο ετήσιο αριθμό τροπικών νυκτών (Tmin >20 C), ήτοι: κέντρο Αθήνας ~85 ημέρες και βόρεια Αττική (σε υψόμ. ~400 m) ~35 ημέρες.
Μελέτη – επιμέλεια: Ιωάννης Γιαλαμάς
(Μετεωρολογικά στοιχεία κέντρου Αθηνών: Ε.Α.Α. Αθηνών –σταθμός Θησείου– και βόρειας Αττικής από αναγωγή και προκαταρκτικά μετεωρολογικά στατιστικά στοιχεία σταθμών της περιοχής).
Πηγή:http://dionysos-weather.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου